Εμένα οι φίλοι μου είναι μαύρα πουλιά.
Εμένα οι φίλες μου είναι σύρματα τεντωμένα
στις ταράτσες παλιών σπιτιών…*
—————————
Διάβασα στο protagon αυτό το άρθρο της Λένας Παπαδημητρίου (δες λινκ εδώ) που στόχευσε αλάνθαστα στο συναισθηματικό μας κέντρο, το οποίο μας ταρακούνησε με έναν άβολο τρόπο, και μας έκανε να αναρωτιόμαστε, μήπως ευθυνόμαστε εμείς που δημιουργούμε μία ανάλγητη γενιά που μόνο ζητάει χωρίς να έχει μάθει να προσφέρει;
Και σκέφτομαι την δική μου γενιά. Τι έχει αλλάξει τόσο πολύ; Φταίει η γενιά των γονιών του “Πάρτα όλα δικά σου” και η γενιά των γονιών που με κινητό στο χέρι και μπλαζέ ύφος ουρλιάζουν “Θεέ μου χτύπησες πολύ;”
Γιατί όλο και πιο πολλά παιδιά είναι πιο κακομαθημένα από ότι στα χρόνια τα δικά μας;
Πώς γίνεται εμείς να είχαμε ριζωμένο το σέβας μέσα μας, με τέτοια αμετακίνητη πυγμή; Πού και τι έχουμε χάσει στη διαδρομή; Τι γίνεται λάθος στα σπίτια; Τι δεν γίνεται στα σχολεία;
Ή μήπως είναι αυτή η άτιμη τάση που έχουν όλες οι γενιές, οι οποίες τείνουν να βλέπουν, τη δική τους εποχή υπό το πρίσμα μιας πιο ωραιοποιημένης εκδοχής;
———————————————————————————————–
Στον αντίποδα όλων αυτών, σκέφτομαι μερικές φίλες μου στις οποίες αφιερώνω αυτές τις γραμμές.
Οι οποίες είναι κάτι κορίτσια λίγο πιο μεγάλα. Εκεί λίγο μετά τα 30.
Οι οποίες δεν τους επιτρέπεται να είναι κακομαθημένες. Δεν έχουν την πολυτέλεια να κάνουν καπρίτσια.
Είμαστε όλοι εμείς που ευεργετηθήκαμε από τους γονείς μας, που τύχαμε της πιο ανιδιοτελούς αγάπης που απολαύσαμε σπουδές, που μας δόθηκε ότι χρειαστήκαμε και είχαμε πάντα ένα σπίτι ζεστό και μια αγκαλιά να μας ξεπροβοδίζει σε κάθε βήμα μας. Και είναι και οι φίλες μου αυτές που απήλαυσαν και αυτές ακριβώς τα ίδια αλλά τώρα έχουν κληθεί να γίνουν εκείνες οι γονείς των γονιών τους.
Έχουν κληθεί να στηρίξουν αυτές οικονομικά, να στηρίξουν οι ίδιες άλλοτε με την σιωπή, άλλοτε με τα λόγια, την παρουσία και την προσφορά τους και άλλοτε με την συγκατοίκηση μαζί τους …
Και οι ρόλοι αντιστράφηκαν. Αυτά τα κορίτσια από κόρες έχουν γίνει οι γονείς, και οι γονείς τους τα παιδιά τους.
Ναι έγιναν γονείς όχι στα δικά τους παιδιά αλλά στους γονείς τους τους ίδιους. Και τα κορίτσια αυτά έγιναν εκείνες που πληρώνουν από χρήματα που δεν τους περισσεύουν, που φροντίζουν, που θυσιάζουν χωρίς να θυσιάζονται. Είναι εκείνες που όταν ήρθε η στιγμή, για ιατρικούς, οικονομικούς και άλλους λόγους αποφάσισαν να ζήσουν πάλι κάτω από την ίδια στέγη. Είναι εκείνες που για να βγουν από το σπίτι πρέπει να καταστρώσουν ολόκληρο πλάνο αντικατάστασης.
Η μαμά μου συνηθίζει να λέει και όχι αδίκως:
Μία μάνα μπορεί να μεγαλώσει μόνη της κόντρα σε όλα και όλους, κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, πέντε παιδιά ή όσα χρειαστεί εντελώς μόνη της, ενώ αντίστοιχα πέντε παιδιά μπορεί να μην μπορούν να φροντίσουν την ίδια μητέρα όταν αυτή μεγαλώσει και χρειαστεί φροντίδα.
Και ίσως δεν απέχει όλο αυτό πολύ από την πραγματικότητα. Πόσα αδέλφια δεν έχουμε δει να φτάνουν στα άκρα για το ποιος βοήθησε, για το ποιος πλήρωσε, για το ποιος θα αναλάβει; Σε ποιον θα πέσει ο κλήρος;
Είναι όμως αυτά τα «υπερκορίτσια» που δεν επιδίωξαν να γίνουν σύγχρονες Ιφιγένειες. Απλά πράττουν αυτό που επιτάσσει, όχι το καθήκον, αλλά η καρδιά τους.
Είναι αυτά τα υπέροχα κορίτσια που ίσως καταπνίγουν τα δικά τους μικρά καθημερινά θέλω, που καταπιέζουν φόβους, που σκοτώνουν δαίμονες και γίνονται Superwomen που μετράνε πίεση, τρέχουν σε γιατρούς, αλλάζουν πάνες, τρίβουν με σφουγγάρι και σαπούνι το σώμα των γονιών τους, κρατάνε το χέρι, παραμένουν εκεί ενώ ταυτόχρονα κάνουν ασκήσεις μνήμης για το Αλτσχάιμερ, μαζί με τους γονείς τους. Είναι αυτά τα κορίτσια που ανέλαβαν τον γονιό που «έμεινε πίσω» μόνος του, και που τον «παντρεύτηκαν» με γάμο μυστικό και αιώνιο.
Είναι αυτά τα κορίτσια που λάμπουν. Που λάμπουν όταν τις βλέπεις, όχι γιατί φοράνε την πιο πολλά υποσχόμενη αντιγηραντική με 32 βότανα και χαβιάρι αλλά για ένα ανεξήγητο λόγο λάμπουν περισσότερο από κάθε άλλον γιατί η καρδιά τους παρότι το σώμα τους πονάει και η ψυχή τους είναι καταπονημένη, η καρδιά τους διοχετεύει σε όλο το σώμα την ορμόνη της ευτυχίας, την ενδορφίνη της προσφοράς.
Και τα μάτια τους λάμπουν. Γιατί η ομορφιά θρέφεται μόνο με την αγάπη.
Όταν τους ρωτάς, σε διακόπτουν απότομα: «Άσε με εμένα, εμείς όπως τα ξέρεις, όλα καλά.»
Και δεν θέλουν να πολυσυζητάνε όχι για να μην σε επιβαρύνουν, αφού τα έχετε συζητήσει όλα, αλλά κυρίως γιατί δεν θέλουν να ακούσουν ιδέες και λύσεις που ξέρεις ακόμα και εσύ που τις ξεστομίζεις πως δεν είναι βιώσιμες.
Και δεν είναι ότι δεν λυγίζουν. Δεν είναι ότι δεν σπάνε σε χίλια κομμάτια. Είναι όμως που σηκώνουν τη φούστα που σέρνεται στο πάτωμα και ορθώνουν το ανάστημά τους, είναι που σηκώνουν το πηγούνι και με βλέμμα γεμάτο αγάπη προχωρούν.
Είναι αυτά τα κορίτσια που παρότι τόσο νέα έγιναν γυναίκες.
Αυτά τα κορίτσια που έχουν δύο χέρια που μετράνε για δέκα και δέκα δάχτυλα που έχουν μετατραπεί σε πλοκάμια αγάπης και προσφοράς.
Σε αυτά τα κορίτσια, τα δικά μου κορίτσια μόνο μία τελευταία κουβέντα. Αυτό που κάνετε, όσο και αν δεν το παραδέχεστε, δεν θα το έπρατταν όλοι. Όσο και αν μας ψιθυρίζετε στα πεταχτά: «Και εσείς το ίδιο θα κάνατε».
Σε αυτά τα κορίτσια που μας έμαθαν πως είναι το να ξέρεις να τιμάς, με όρους ακέραιους και χωρίς δεκαδικά.
Υ.Γ. Αφιερωμένο στη Σ.Σ και στην Κ. Κ. και σε όλα αυτά τα υπέροχα κορίτσια και αγόρια εκεί έξω.
Με αγάπη
Ε
*Στίχοι της Κατερίνας Γώγου